We’ve updated our Terms of Use to reflect our new entity name and address. You can review the changes here.
We’ve updated our Terms of Use. You can review the changes here.

Π​α​ρ​ά​θ​υ​ρ​ο με θ​έ​α

by Detro

/
  • Streaming + Download

    Includes unlimited streaming via the free Bandcamp app, plus high-quality download in MP3, FLAC and more.
    Purchasable with gift card

      €7 EUR  or more

     

1.
Intro 01:52
2.
Είναι πολλά αυτά που μπορείς να πεις και που να τραγουδήσεις προσπαθείς για τις αγάπες μιας δεκάρας τσακιστής, δεκάρα πια δε δίνεις και το ξέρεις πως για όσα στάχτη γίνονται σε μια βραδιά έπαψες να πιστεύεις, σιωπηρές κραυγές, απομνημονεύεις βαθιές ανάσες ενώ στέκεσαι πάνω απ’ το σώμα που ποθείς μα δε χαϊδεύεις, όλα πάγωσαν στο δωμάτιο, το σπίτι σε κοιτά που το κοιτάζεις μα δεν τρέχεις, η νύχτα σε καλεί, σαν το βιολί τον ουρανό να κοιτάξεις, σαν το πνευστό απ’ το στενό που σου ζητά σκοπό σφυρίγματος να πιάσεις , να το συνοδεύσεις για να παίξει το κονσέρτο με τις πιο πολλές υφέσεις, ή θα παίξεις ή θα πέσεις, πως το βλέπεις, παίρνεις ρίσκο να χαρείς για να πονέσεις; οι θέσεις κατειλημμένες, ενέσεις μολυσμένες με το ψευτοφάρμακο για τον πόνο- αγάπης λέξεις- σε λόγια δεν κρύβεται ο έρωτας πόσο μάλλον τον πόνο με αγάπη να γιατρέψεις, τέτοιες στιγμές μονάχα το Jack Daniels και μ’ ένα τζακ στο χέρι πάντα αφού για εμέ ουδέποτε ήτανε σπάνιες, πάντα σκληρές ποτέ τους δανεικές, ένιωσα μίσος που εύχομαι να μην αισθάνθηκες, σκίζαν σα σφαίρες το πετσί, στο χώμα κάλυκες, μερικές από δαύτες χαρούμενες κι ευχάριστες, τελικώς μακάβριες και αχάριστες, δε λέω πως μόνο μ’ άφησες αλλά πως βιάστηκες να γίνεις ένα με τους αλήτες της ζωής και ψέμα σου φαίνεται τώρα πια η ζωή που εσύ διάλεξες, το τέρμα σε περιμένει σε κάθε γωνιά όπως κι εμένα, μα δε φοβάμαι πια, είναι ήδη βαθιά τα πόδια μου χωμένα, νιάτα κατεστραμμένα σαν την πινιάτα.
3.
Γυμνές οι νότες σαν τις φλόγες και με καίνε, οι φίλοι μου λένε <<γύρνα στο στούντιο δικέ μου>>, λουλούδια , δέντρα όμορφα τριγύρω μας ανθίζουν, μα ψάχνω συνεχώς μοτίβα που άσφαλτο μυρίζουν, μας ταξιδεύουν κι όλο τον κόσμο γυρίζουν, χαρούμενα παιδιά σκοπό σφυρίζουν, γυρνάνε στα πλακόστρωτα, την πόλη αγκαλιάζουν απ’ τη μέση και τα γόνατα να έρθουν πιο κοντά με τη γαλήνη, αυτήν που νιώθουν άνθρωποι κοιτάζοντας με δέος τη Σελήνη, Άνθρωποι!, το ηλιοβασίλεμα πίσω του αφήνει, βουβή ενέργεια, λιωμένες μπαταρίες, ρολόγια, σπασμένους δείκτες, μια κρύα συντροφιά σαν χειραψία από φάντασμα σε μια γαλάζια λίμνη, στα πρόθυρα του σήμερα γοργά σε εγκαταλείπει, μια λέξη της στα κύματα, βρέχει τη σκέψη της σε μια πορεία δύσβατη για εκείνην, ελίσσεται ο νους και την καρδιά μου ενθαρρύνει το σώμα σου ν’ ακολουθήσει, πάμε πρωτού γράψω τον τελευταίο στοίχο, στο σκαλοπάτι μη με περιμένεις μπρος θα αργήσω κι αν όχι μόνος μου δε θα γυρίσω, καιρός έχει περάσει από τότε που γυρνώντας μες την πόλη άρχισα να μουρμουρίζω, ωδή στο άγνωστο, στο τέλειο με βρήκα απροσάρμοστο και προσπαθώ να ζήσω και είμαι ακόμα εδώ, να πω πως άξιζε να προχωρήσω, καμιά καρφίτσα κι αν έχει καεί δε θα θρηνήσω, σταυρό κουβαλάω μα δε λυγίζω, το βλέμμα μου δεν πήρα από το γκρίζο, ο χρόνος στην αντίληψη σαν άνεμος με άγγιξε και ζω δίχως να θέλω πλέον να τον πάω πίσω, έχτισα τα θεμέλια φιλίας και αγάπης κι όσο μίσος έχω σπείρει κουράστηκα να θερίζω και γι’ αυτό, καμένη γη, το μάτι μου στον πολικό, εκατομμύρια έτη φωτός κοντά σε αυτό που είμαι, εγώ μέσα μου σφίζω, μέσα μου ηδονές και άποψη που ψάχνουν τρόπο να έρθουν σαν πινέλο στον καμβά, απολαμβάνω τη ροή της έμπνευσης που σιωπηλά κυλά, προς το μέρος σου αργά, έρχεται και απλώνει τα πλοκάμια να καλύψει τη μικρή σου τη γωνιά που είναι άδεια σαν μελάνη στο δέρμα, μελάνη στα χαρτιά, μελανί το φως της μέρας, τα χελιδόνια που πετάνε χαμηλά, η βροχή ξεκινά στη μουσική του ουτοπία, περνάω στην απέναντι πλευρά μες απ’ το τούνελ σαν το κύμα απ’ τα ηχεία, ναι… Είναι εδώ η χαρά και γι’ απόψε, τα άσχημα μακριά σου διώξε.
4.
Σήμερα ξύπνησα στο πλάι της, με άρπαξε απ’ τα χέρια και με πήρε απ’ τα πελάγη της μια βόλτα να με πάει, να μου δείξει είπε θέλει όσα είδανε τα μάτια της, να καταλάβω πως με τόσο πόνο τραγουδάει, η πόλη ήταν κρύα, ήταν γκρίζα τα σύννεφα κι εμείς πετάμε γρήγορα σαν τα πουλιά στη θύελλα, μου είπε «πίστεψε», της είπα πως ποτέ δεν πίστευα κι έτσι περάσαμε στο χθες από το κρύο σήμερα. Ήξερα πώς να ζεσταθώ ήθελα κι όμως τη ζεστασιά γύρευα εκεί που τέλειωνε ο δρόμος, πάγωσε η ψυχή μου όμως όσο τον διέβαινα κι όσο κοντά κι αν ήμασταν πάντα στην άκρη σ’ άφηνα και πάντα μόνος έμενα, εμένα που με παίρνεις για τρελό μ’ αυτό ταυτίστηκα όμως δεν έγινα, σ’ ένα κουτί ποτέ δεν κλείστηκα, μες απ’ τα’ ακουστικά μου ότι με στήριζες πείστηκα, είδα πως έχω πολλά νεύρα και δεν χαίρομαι συχνά, να διασκεδάσω πάντα κάτι δε μ’ αφήνει, μα έχω δει και έχω ζήσει πράγματα τρελά και σαν σωστός είμαι εγώ που παίρνω πάντα την ευθύνη, σε καλό ή σε κακό αν θα μου βγει ποτέ δεν ξέρεις, ρίσκο θέλεις να πάρουμε ας κάνουμε ότι θέλεις, να βάλουμε ότι έχω κ ότι έχεις κι από το κλουβί να φύγουμε αρκεί να ξέρω πως θα με προσέχεις. Σήμερα ξύπνησα στο πλάι της, με άρπαξε απ’ τα χέρια και με πήρε απ’ τα πελάγη της μια βόλτα να με πάει, να μου δείξει είπε θέλει όσα είδανε τα μάτια της, να καταλάβω πως με τόσο πόνο τραγουδάει, η πόλη ήταν κρύα, ήταν γοργά τα σύννεφα, στο δρόμο περπατήσαμε που δε γνωρίζει σύνορα, μου είπε «πίστεψε» της είπα δύσκολα θα πίστευα, το χθες πέρασε γρήγορα, ξημέρωσε το ύστερα. Γυρνάμε μες την πόλη που σ’ αφήνει πάντα άδειο, το σπίτι δε μας χώρεσε μήτε και το τετράδιο, ανέμελα περπάτησα στου δρόμου το ναυάγιο, το μουσικό στερέωμα δε σπας χωρίς κουράγιο, ζω στα όμορφα ελεύθερα σύννεφα, με τη μουσική πετάμε πάντα προς τη θύελλα, νιώθεις περίεργα; σβήνεις τα φώτα, τα παράθυρα σου σύνορα κι η πόρτα σου δύνη μέσα στην έρημο που σε τραβάει μες τα χρώματα, βρέξε με αλκοόλ τα νεκροκέφαλα, τα κόκκαλα, χάρισε χαμόγελα κι αν θέλεις μην πεις όνομα, ότι σε βολεύει μόνο μη μιλάς απότομα, πρέπει να τη βγάλεις καθαρή τούτο το βράδυ, το δίφαρο μες το στενό θεώρησε σημάδι, σε θέλουν να σκοντάψεις περήφανοι παλιάτσοι, ξετσίπωτες χορεύτριες και πλούσιοι κομπάρσοι. Σήμερα ξύπνησε στο πλάι μου, της άπλωσα το χέρι και τη ρώτησα αν θέλει μαζί μου βόλτα να πάει, να της δείξω απ’ τη μεριά μου όσα το μάτι δε βλέπει και να νοιώσει ότι νοιώθω κάθε φορά που τραγουδάει, η πόλη ήταν κρύα και γκρίζα μπλε τα σύννεφα, σε στρόβιλο χανόμαστε βρισκόμαστε στο σήμερα, μου είπες «πίστεψε» σου είπα πάντα πως θα πίστευα, στα μάτια σε κοιτώ και τραγουδάω γλυκομίλητα. Θα πάψει, μια μέρα το τραγούδι μας θα πάψει, ζούμε ότι προλαβαίνουμε το χέρι όσα αρπάξει, τα παίρνουμε και φεύγουμε αναζητούμε δράση και κάποιους τυχερούς μια αγκαλιά τους ξεκουράζει. Θα πάψει, μια μέρα το τραγούδι μας θα πάψει, ζούμε ότι προλαβαίνουμε το χέρι όσα αρπάξει, θέλει κουράγιο η ζωή αλλά και τόλμη και μες το ταξίδι της δε σε αφήνω μόνη, ποτέ.
5.
Σε μπόρες και βροχές ήμασταν κοντά, Yinka και Detro πάντοτε σου συμπαραστέκονταν, τα χαμόγελα της Crest, το ξες πως ήμαστε οι μουσικοί παράγοντες κι αν μάχη θες κάτω πως δεν παίζει να το βάλω και να προσβάλλω τον bro μου, μπες μέσα στο κομμάτι να καταλάβεις το λόγο, τα μονοπάτια να 'ναι φωτεινά, τα λόγια σκόρπια με νόημα και όραμα, πάλι γυρνάμε στον ονείρων την οδό, ο λύκος ο κακός ήτανε κάποτε εδώ μα τώρα πρέπει να πήρε χαμπάρι ότι κουρσάροι καταφτάσαν και το πλοίο τους έχει πιάσει λιμάνι και δες πως βγαίνουν και χορεύουν ασταμάτητα, με μάτια γυάλινα και με βήματα ανάλαφρα στο πάτωμα δεν ακουμπούσαν και τόσο τα δάχτυλα που βγαίναν απ' τις τρύπες απ' τα πάνινα τους παπούτσια, χόρευαν όλοι τους ξανά στο θείο άκουσμα, κι ας ξέχασα το τρένο που πέρασε χωρίς στάση, δε με πειράζει να το πάρω με τα πόδια μου ταιριάζει, βγάλε απ' τ' ακουστικά σου το μαράζι και τι κάνουν οι άλλοι μη σε νοιάζει, να βρεις τη γραμμή της ζωής μες τα φώτα της πόλης που εσύ διάλεξες να ζεις, η πορεία σου να' ναι ομαλή , γλυκιά και όμορφη σα μελωδία , πάμε, πέφτουμε μες την ουτοπία σαν μετεωρίτες, μαγεύουμε αγγίζοντας αλήτισσες και αλήτες, είναι αγέλη που δε σέβεται τη βία μα στην τέχνη διαπρέπει, θέλεις ή δε θέλεις υπάρχει λόγος παίχτη, να ψάξεις για να βρεις την αγάπη που την καρδιά μας λιώνει όπως λιώνει το κερί, είναι δύσκολοι και οί κι από αγάπη πιο σκληρή η χαρά μας, αποκεφαλίζει κάθε κακό στο πέρασμα μας, υποφέρει η γενιά μας κι η οικογένεια μας κι εμείς σαν πειρατές θα πιούμε απόψε στην υγειά μας, η γειτονιά μας στο κακό γίνετε ομπρέλα, είναι το rap του δρόμου δεν έχει αχίλλειο φτέρνα... Η φάση θέλω να 'χει ατμόσφαιρα, ονειρεμένα λόγια και οράματα, τα μονοπάτια να 'ναι πάντα φωτεινά...x4
6.
Στις κίτρινες σελίδες ενός τετραδίου μολυβένιο άγγιγμα αφήνω, δίνω νόημα πρωτού τις παραδώσω στο βαρέλι με τις φλόγες για να ζεστάνουν το κρύο το δωμάτιο μου, είναι αστείο πως μου φέρεται το «εγώ», φαίνεται να νοσταλγεί άτομα μα μες την πρώτη θύμηση τους ρίχνει το κεφάλι προς το πάτωμα και ξεκινά ο στρόβιλος συναισθημάτων, ψυχή από αγάπη ολιγαρκής όπως απ’ το νερό οι ρίζες των κάκτων, μες από την έρημο βγαλμένα όλα τα χρόνια μου, γκρεμισμένα σαν παλάτια στην άμμο, η μουσική που επέλεξα να με ακολουθεί μόνη σαν καλαμιά στον κάμπο, ακροβάτης με το μίσος τραμπολίνο για τα νεύρα του, σβήνω το τσιγάρο με τη μπότα κι από το μπουκάλι πίνω, το δρόμο από μέσα μου δε βγάζεις άνοιξε με αν θες στα δύο, δεν το ράβω, γι’ αυτό και δε βάφομαι μίμος, είμαι λίγος μπρός το κτήνος γι’ αυτό φτιάχνω με την τρέλα μου σχεδία το ηφαίστειο σαν εκραγεί να φύγω, αυτό όμως που θα πάρω εγώ μαζί μου δε μου το έμαθε η δασκάλα στο ωδείο, δεν το είδα σε κανένα προσώπων βιβλίο, είμαι ο Νικολής και δεν αλλάζω το θρανίο ούτε και θέση, πέρασαν τα χρόνια απ’ τη νύχτα που πληρώσαμε το τίμημα να οδηγάμε φέσι κι έτσι μάθαμε πως η αυλαία όσο βαριά κι αν είναι αν το πρόγραμμα δε λήξει δε θα πέσει -Ξέρεις, γουστάρω να γράφω την κάθε λέξη.. Δε γεμίζω το τετράδιο και δε φτιάχνω σενάριο ακόμα, απολαμβάνω κάθε αναπνοή γιατί μπορώ μ’ αυτή να δώσω σε ένα τραγούδι χρώμα, πάθος και ρυθμό. Κι ακόμα πάνω από τις μαύρες θάλασσες πετώ, της φουρτούνας νοσταλγός μα ποτέ μου ναυαγός, να ξέρεις το Μ.Ι. πλοίο ταξιδεύει προς ολοταχώς, είναι βράχος, το άκουσμα μας κάμπος, απλώνει τη σκιά του για τα χρόνια που κηδέψαμε σε τάφους και το πάθος μας να γράφουμε ωμά, στρέφω τα φώτα προς το λάθος σας, καμία ανάγκη για τη σύγκρουση, μονάχα προσφορά κοινωνική κόντρα στη φτώχεια και την τύφλωση, όχι ναρκωτική υποστήριξη, αντίθετοι πάντα μπροστά στου σεβασμού τη σπίλωση, άνθρωποι που θέλουν οι συνήθεις να υπερβούν τις σκέψεις που μαστίζουν τους νέους και είναι ηλίθιες, νομίζεις πως πίσω από τ’ όνομα που έχτισα κρύφτηκες; Είμαι πάνω απ’ το κενό και σου τονίζω πως στην πρώτη στάλα ιδρώτα γλίστρησες, αν κάνεις rap είσαι γαμάτος όμως τη νοημοσύνη σου δείχνεις αν υποτίμησες, το σεβασμό μου αν το μέσα σου κοιμόταν όταν σε γνώρισα και απλά φάνηκε μια μέρα πως αρρωστημένος ξύπνησες, μα δεν το βλέπω, μασκαράτα καν δε μοιάζει, οπότε παρίστανε το βλάκα και μη σε νοιάζει, στη μάχη που αγωνίζομαι τις σφαίρες κάνεις χάζι, έχουνε καμουφλάζ οι καμικάζι, προτίμησες μεμιάς το ρεύμα της δολιοφθοράς, έχω χαμόγελα για φίλους που το μίσος τους τρομάζει, ένα χέρι που σε πιάνει και στη θέση σου σε βάζει, μα δεν είμαι εγώ αυτός που θα σε φτάσει στην εξιλέωση σου, απ’ την αρχή σου το ‘χα πει αναθεώρησε πριν κοιμηθείς την κάθε κίνηση σου, αφού λοιπόν ήσουν χαζός αποκαλύψου, το φαγητό δεν είναι ανάλατο απλώς δεν έχεις γεύση και κάνεις λάθος εκτίμηση, ζήσε λοιπόν μες τη δυσφήμηση τη φήμη φτύνω, πάντα πίστευα στη μετεμψύχωση, ποτέ μου δε ζητιάνεψα για λύτρωση. Το μόνο που χρειάστηκα να πάθω, να χάσω τη ζωή μου κι από θαύμα να ξανάρθω, σε τούτον τον επίγειο τάφο, την ώρα και τη μέρα μου ξέρω πώς να περάσω, σκέφτομαι και γράφω(x2).
7.
Γυρνώ στο δρόμο της Αλέκας, χειμώνας και δεν έμεινε κανένας να πει πως είναι εδώ, να πει πως βγήκε απ’ το δωμάτιο της τρέλας, ο αέρας είναι κρύος, έτσι όπως τον θέλω για να σβήνει τη βότκα που ανάβει μέσα μου φωτιά, που σβήνει τα χνάρια που άφησε πίσω η καρδιά, κινούμε ενστικτωδώς ελευθερία στο μυαλό μου και όλα μοιάζουν να υποκλίνονται μπροστά στο εγώ, περνώ το πάρκο που σα δράκοι μεγαλώναμε, τα όνειρα όσων μας θέλανε ρομπότ σκοτώναμε, βλέπω τα tags, τα bombs, ακούω τα raps, από μας για εμάς το κάναμε εξαρχής, άστο, είναι μια φράση μόνο κάτω «ένας ίσον κανένας», αν κάτι μου θυμίζει το κρατάω για εμένα κι αν ήτανε γραφτό να καταλάβεις τι εννοώ συνόδεψε το βρυχηθμό για να σε βρω. Κλείνω τα μάτια μου να διευκολυνθώ, κλείνω το στόμα μου κουβέντα δε θα πω, ξέρω πως απόψε δε θα κοιμηθώ, θα χαθώ μέσα στις σκέψεις να λυτρωθώ, ζω ψιθυρίζοντας, να μην ακουστώ, την πλάτη από συνήθεια γυρνώ, να μην προδοθώ, κι η ματαιότητα σαν κόμπος στο λαιμό, θυμίζει ότι δεν υπάρχει λόγος να ντραπώ. Ήσουν πεσμένη κάτω, σε σήκωσα, σε ξέπλυνα κι αφού είχες τη λάμψη μες το συνδικάτο σ’ έβαλα και σ’ έχω βασίλισσα, όταν μιλάς όλοι να σε προσέχουν και αν εχθροί υπάρχουν στο μυαλό τους θα σε έχουν σαν τσουνάμι, που στα όνειρα τους σκάει κι όλα γυαλιά καρφιά τα κάνει και τούτο τ’ όνειρο κανείς δε ζει κι ανάθεμα αν ξεπλένει την ντροπή μας η βροχή, θα μέναμε για πάντα αφιλότιμοι κι εσύ θα ‘λεγες σίγουρα πως μας αξίζει φυλακή, επειδή έγινε μια ληστεία ή έπεσε μια πέτρα, ή κάπνισες μια τζούρα μαύρο να φύγουν τα νεύρα, φυλακή θα πει γαλήνη και πως δεν είσαι εντάξει κι αμφιβάλω αν αξίζει στον κόσμο τους τέτοια τάξη, είναι η σχολή κακών τεχνών και δε θα αράξει, θα μείνει για πάντα τον τοίχο του δρόμου να βάψει. Κλείνω τα μάτια μου να διευκολυνθώ, κλείνω το στόμα μου κουβέντα δε θα πω, ξέρω πως απόψε δε θα κοιμηθώ, θα χαθώ μέσα στις σκέψεις να λυτρωθώ, ζω ψιθυρίζοντας, να μην ακουστώ, την πλάτη από συνήθεια γυρνώ, να μην προδοθώ, κι η ματαιότητα σαν κόμπος στο λαιμό, θυμίζει ότι δεν υπάρχει λόγος να ντραπώ. Αν απομείναν μέσα σου τρελές και ανεκπλήρωτες ευχές θέλω να αρχίσεις να τις κάνεις πράξη, δεν είναι αργά, πάψε να κλαις κι όλο στα δύσκολα ξενέρωσα να λες, όταν τα’ αγαπάς τότε δεν πεθαίνει, όπως και η καρδιά μας, που όσο θα χτυπά αγάπη περιμένει να δεχτεί κι αν δεν της κάνεις τα χατίρια θα ‘ναι απογοητευμένη κι εγώ κι εσύ θα ‘μαστε ξένοι, όπως συνεπιβάτες σε λεωφορεία που μια καλημέρα να ανταλλάξουν τους φένεται αστεία κίνηση και προτιμούν τη μήνυση ή τη δυσφήμηση, είμαι απ’ το λόφο των τρελών που στήνουνε χορό κι όλοι είναι ευπρόσδεκτοι να δουν ποια είναι η φάση που στηρίζω και τόσο λίγο μιλώ, έλα, κάνε τον κόπο να ανέβεις, έλα σαν άνθρωπος, έλα με τον αληθινό σου εαυτό ή έλα να βρεις αν δεν τον έχεις βρει ακόμα κάπου γύρω εδώ. Βύρωνας, εν έτη 15, 2000 μ.Χ. Παλιά κι ανώριμη σχολή, απ’ το ΄99 για τη στιγμή…
8.
Η γειτονιά μου δείχνει πως μεγάλωσα, τα πράγματα κυλάνε ομαλά, σπουργίτια μες τη βαρυχειμωνιά στο ισόβιο ταξίδι μου κρατάνε συντροφιά, το πανό ανεμίζει, κοιτώ να χάνεται στο τούνελ, τρένα φαντάσματα φεύγουν κάποιοι όμως παραμένουν, τα σπόρια στα παγκάκια, φυσά ο αέρας και τα πλατανόφυλλα στο λούκι συνοδεύουν, χαμόγελα περαστικά μου γνέφουν, εκπροσωπώ το hip hop από Αλέκα μέχρι Η.Π.Α, μιζέρια δε με σκιάζει ούτε πίκρα, τρίγωνα πανοράματος και γάλα για τη γλύκα, το άρωμα του καφέ για την ανία, καμία αξία στην πολιτσία, αλήτικια η κάθε πνοή και η κάθε βουτιά, το κάθε βήμα κι η κάθε ματιά, μόνη ανάγκη, η στέγη πάνω από το κεφάλι και στο ψυγείο κάτι να υπάρχει , ωμά φαντάζουν τα μεθυσμένα φαντάσματα που βγαίνουνε το βράδυ, σημάδια σε τοίχους σημαίνει πως αντίδραση και πνεύμα μέσα μας υπάρχει, φωτογραφίες που μας κάνουνε τη χάρη.Η νοσταλγία κρύβεται στα βάθη, πίσω από τα νέα κτίρια, μες το παλιό λιμάνι, στα γυμνάσια γκραφίτι να σου τη σπάσουμε, το συρματόπλεγμα στις μπασκέτες ξανά χαλάσαμε να βγούμε, την μπάλα να μη χάσουμε, στο νόημα αρκούμε, είναι hip hop κι αυτό εκπροσωπούμε, κι ας γκρέμισαν τα πάρκα στις ταράτσες την ακούμε, για τον καιρό εργάζομαι μα θα τα ξαναπούμε. Σκισμένη αφίσα, η συναυλία ήταν τέλεια κι όλοι όσοι ήταν εκεί το 'ζήσαν, πρωί-πρωί οι αλήτες ήρθανε και με ξύπνησαν, απόγευμα δεν ήλθε κι ήδη μέθυσαν, μπύρα στα καφενεία όλοι όσοι ξενύχτησαν, το δέντρο της ζωής καλοσυνάτα όσοι πότησαν καταφέρανε να βρουν την αγάπη κι ας καθυστέρησαν. Φιλοξενία θα βρούνε εδώ μόνο όσοι εκτιμήσαν κι όσοι άδικα το χρόνο δε σου στέρησαν, δείξε μου λουλούδι που να μην το θέλει μέλισσα, τη μάνα μου αγκάλιασα και γέλασα, μέσα στην αγκαλιά της ήμουν όταν έκλαψα, όμως το ξέχασα, κράτησα τα ωραία, να φεύγει το άγχος με την αυλαία, ιδρώτα, χειροκρότημα, η παρέα να ουρλιάζει, να κουνά την ανθοδέσμη σαν σημαία. Η μουσική δε ζει μέσα στα θέατρα κι αν ζούσε τότε θα ‘πρεπε να τα φτιάξουν απέραντα γιατί είναι τεράστια σαν φάσμα που φουσκώνει και αθάνατη όπως κάθε ιδέα, τα τέρατα εξημερώνει κι όποιος την προδώσει, στέκεται στην πρύμνη είτε στέκεται στην πλώρη και πέφτει απ’ το σανίδι, με την ντροπή σαν θάλασσα να πνίγει το κακό μέσα σε κάθε ναυαγό που γύρισε από ταξίδι, να θυμηθεί τα ήθη και τα έθιμα, πως έτοιμα κανένας καπετάνιος δεν τα βρίσκει, κι αν αγκαλιάζεις την υπέροχη και ξεχωριστή ύπαρξη επάνω στον πλανήτη, ευθύνεται γι’ αυτό ο Billa Qause στην παραγωγή κι εγώ, που ανοίγω τα φτερά σαν το σπουργίτι, πετώ προς το παλιό γνώριμο σπίτι, που έχει ρώσικη βιβλιοθήκη, στη γειτονιά του αλήτη.
9.
Ξημέρωσε, φώλιασε και η βουή ενέδωσε, το μυαλό του αφύπνισε και το κορμί του τέντωσε, πλευρό γυρνά, ξεκινά και ξυπνά, στην κουρτίνα του μια ηλιαχτίδα σιωπηρά φώναξε, δειλά τόλμησε, το χώρο φώτισε, γνώρισε τ’ όνειρο που τον ενόχλησε, το εξόντωσε, φρόντισε να ‘ναι χαρούμενος, Είσαι; τον ρώτησε, ζήσε και γνώρισε, πίστεψε, ζύγισε, ζήτα κι αμφισβήτησε ότι δεν είδες ποτέ, απ’ το πρόσωπο που ‘σαι τ’ αλλιώτικο μην προσποιείσαι να γίνεις, είναι χοντρή μερίδα ευθύνης, μίλα ευγενικά ή καθόλου σ’ αυτά τ’ απομεινάρια ανθρωπιάς που φοράνε σάρκα και οστά, που ζητούν ποσοστά, που μιλούν εχθρικά, που ο νους τους επικριτικά αντιδρά, δώσε βάση στον πίνακα αυτόν, χάρισε γέλιο, χάρισε χρώμα, στο δικό σου αγώνα άκου την καρδιά σου μόνο που σαν ταμπούρο χτυπά, το βιβλίο ανοίγει σκεπτικό που πετά, στοίβες έξω, βουνά από γυαλιά, πλαστικά, αλουμινόκουτα και παλιοσίδερα, τα επτά θαύματα ζουν για να δουν κάποιοι, δρουν και αυθόρμητα φτιάχνουνε έργα που αρκούν να αναδείξουν αυτούς που ανασαίνει ο νους τους, που συνδέουν αυτούς τους παλμικούς κρίκους που ακούμε σα στοίχους, στη μνήμη μας ξυπνούν εικόνες και ήχους, αρώματα, γρίφους, μικρές πινελιές, τσιγάρο, καφές, συλλογές από δίσκους, μακρινές διαδρομές, στον κόσμο τις σχέσεις, του γέλιου, της μέθης, στον κόσμο που πρέπει να αντέξεις, να πεισμώσεις, στο ύψος σου μένεις, μην πέσεις, μην πειστείς με λέξεις, όλα είναι παραστάσεις κι αν θες, βάζεις ταξιθέτες αλλιώς τις θέσεις γεμάτες έχεις κι όλα σου τ’ απωθημένα ζουν για να τα βλέπεις, τα μπλέκεις για να φτιάξεις ένα στρόβιλο με αισθήματα, υποσχέσεις, τόσο ανόητο που κάπου-κάπου μόνος σου στο δρόμο μένεις, άστεγο θυμίζεις, να συγκινείς καταφέρνεις, είναι αβάσταχτο το πόσο προδομένος νιώθεις απ’ τις επαφές στο κινητό σου και γελάω ρε με βλέπεις, αυτός που είμαι ήμουνα κι αυτός που ‘σαι δεν ξέρεις αν να παραμείνεις θέλεις, αν να εξελιχτείς σκοπεύεις, αν στην τεμπελιά στοχεύεις, αν το στρίβεις και το πίνεις, έστω τα μισά αν κατέχεις από τη βασική γνώση του κορμιού και του μυαλού σου, κάνε κάτι ωφέλιμο για σένα, σαν χάνος μη στέκεις, άλλος ένας αμνός στο βωμό του αγνώστου, είναι τόσο λογικό να έχεις λάθος όσο το χάος του κόσμου που γνωρίζεις πως υπάρχει και το βλέπεις στο γαλάζιο και το μαύρο του ουρανού, στο σέλας και στο τόξο του, στο γέλιο και στο λόγο του ανθρώπου σου, βλέπεις το μέλλον σου, τον εαυτό σου, το είναι και το μοντέλο σου και ότι προσκολλήθηκε με επιρροές στο θέλω σου, allegro-largo δίαμελώ δίνω στο μελό σου κι αν σωπαίνω σιγοτραγουδώ το τέλος, στο μέρος που φωλιάζει το κακό είμαι ένας ξένος, σου ‘πα με μια τρύπια κούπα μεγάλωσα, από εκεί που ‘ρθα για τα ρούχα σου σε πιάνανε απ’ τα μούτρα, είμαι απ’ τα τυχερά παιδιά που στα γενέθλια είχαν τούρτα για να κόψουν, κι όλα αυτά που δε θυμώσουν (έτσι απλά) τα θυμήθηκα απόψε γι’ αυτό σβήσε τα κεριά, κάνε μια ευχή και γλύκα δώσε(έτσι απλά), είναι ο Νικολής και ο Blame την πίκρα διώξε….
10.
Κλείνω το μάτι στο σπουργίτι που 'ρθε κι άραξε έξω στο παραθύρι και τη μουσική μου άκουσε, γίνομαι τρένο από σκέψεις, μπαίνω σε τροχιά φωτογραφίες χαζεύοντας χωρίς λέξεις, πάντα θα σας θυμάμαι, ότι κι αν γίνει, όπου και να 'μαι, γιατί είμαι από αυτούς που δεν ξεχνάνε όσα ζουν κι όσα περνάνε μάγκα, ο ήλιος δίνει κάθε μέρα ευκαιρίες για χαλάρωση και ξάπλα, η πένα μας μαγεύει τα παιδιά που μέσα τους κρύβουν καύλα για την τέχνη, ιδιότροπα και εγωκεντρικά, με όλα αυτά γουστάρουν αληθινά, παραμένουν αυθεντικά και πάντα έξω καρδιά, εκεί λοιπόν είναι που βλέπω την επόμενη γενιά, φυσάω σαν αέρας φρέσκια αναπνοή ξανά, να γυρίσουν ανεμόμυλοι σε ακτές και σε βουνά, όλη η Ελλάδα μια γειτονιά, με τα πόδια ήρθαν πιο κοντά και θα ‘μαστε μαζί φίλε στου δρόμου τη ζωή, καλώς ήρθες έλα άραξε, μαζί μου τον ήχο άδραξε, κοίτα πως τα 'χω κάνει και καμάρωσε… και το σπουργίτι τούτο που εδώ μεγάλωσε στη μουσική συνήθισε, κουνάει σαν κι εμένα πάνω- κάτω το κεφάλι, το τρένο ξεκινά και άγνωστο μέχρι που φτάνει, χαμογελώ γιατί δε με ρουφάει η πλεκτάνη, με λένε Detro κι άσε πως λέγονται οι άλλοι (είναι Μαύρος Αμνός) είναι hip hop χορός όχι πλεκτάνη, είναι το όραμα που ζω με φίλους και με εκείνους που 'ναι πάντα εκεί και ονομάζω πάνθηρες κι αετούς, μα τα σπουργίτι μου είναι εδώ και επαινεί τους νέους μου σκοπού, του έχω πάντα την κάμαρη ανοιχτή, αν κάνει κρύο κι όταν βρέχει για να μπει, αυτό χρειάζεται, αυτό μόνο μένει στην τελική, η καλοσύνη στο περβάζι.. η μελωδία εθιστική με λίγα ψίχουλα αγάπης ίσως να συνεχιστεί αυτό το όραμα, που συμβολίζει την απλή πραγματικότητα με μουσική ταυτότητα. Πριν το σκεφτείς είναι όλα εύκολα και δύσκολα, αν το σκεφτείς είναι απλά άσχημα και όμορφα, απόλαυσε τον ήλιο και κοίτα μη σου 'ρθει απότομα.
11.
Το ίδιο κι εδώ, δεν έβρισκα ούτε σπιτικό, ούτε συντροφιά. Μονάχα ένα κάθισμα, απ’ όπου παρακολουθούσα σαν θεατής κάποια παράσταση. Μια παράσταση με παράξενους ανθρώπους να παίζουν παράξενους ρόλους.. Ο ροζ ορίζοντας ενέπνευσε για όνειρα, μικρές χαρές μες τα ακρογιάλια και στα αφρόνερα, μια τελευταία μάχη με το παρελθόν έδωσε φόρτιση για να μπορώ να ανέβω στο βουνό, κοιμίζω τις φωτιές του δράκου στις πηγές του, τα πάθη μου ταυτίζω με τις κορυφές του, πότε ανθισμένα πότε χιονισμένα, ποιος ξέρει εμένα πιο καλά από μένα, άφησα τη σκιά πάνω στο βράχο, με μια βουτιά έπνιξα το κακό μέσα στη βάθρα, στα παγωμένα τις νερά και ήλθε η γαλήνη στο πνεύμα γιατί το σώμα πλέον θύμιζε καμίνι, γύρισα πάλι πίσω, μίλησα στα δέντρα, την πέτρα μου κρέμασα πάνω μου να με φορτίσει, με καλοσύνη, τύχη και ευγνωμοσύνη, σε συνδυασμό με το μαγνητισμό που το έδαφος κρύβει, μαζί με την ενέργεια του, ναι, είναι εκείνο του Αιόλου το νησί που σε μαγεύει και τ’ αστέρια του πάντα φωτεινά, στο ζωδιακό κύκλο σε παρασέρνουν με χάρη. Λόγια σοφά κάποιος πουλά και κάποιος αγοράζει, έχεις το ένστικτο να σε οδηγεί γι’ αυτό ησύχασε, στα βάθη του ωκεανού εστίασε την αστραπή, το φως (x2). Είδα στα μάτια σου όλο τον κόσμο, πλέουν μέσα του γαλαξίες, η αγάπη μας τσουχτερή σαν την τσούχτρα. Ήπιες γεμάτη με τσίπουρο κούπα; Πάμε για αγνάντεμα και χάιδεμα όπου θες. Σε καταρράκτες και σε κορυφές, γιατί το έφτιαξε για εσένα το κεφάλι μου ο Θεός και είμαι αυτός που λες, παιδί του και καμάρι του μες τα νερά του όταν βουτώ κι όταν στο ύψος μου στέκομαι στις πλαγιές, φτύνω να φυτρώσει κουράγιο, εξερευνώ τις πράξεις μου όπως το ναυάγιο κι έχω ανέβει στο φεγγάρι να ακούσω μελωδίες από το βουνό που δεν ακούς στο ράδιο. Στο Περιβόλι του Ουρανού θα ‘σαι τσικάρι μου, τραγούδια να ακούς και να θυμάσαι πως τα λάθη σου θα τα πνίξει ο χρόνος όπως τις πέτρες η θάλασσα και πια δε θα πονάς σίγουρος να ‘σαι. (απέναντι)Εμέ Φονιάς δε με τρομάζει, (απέναντι) θερμή πηγή που αίμα στάζει, (απέναντι) το μονοπάτι πολλοί χάραξαν, μόνος κανένας όμως πέρα δεν τα βγάζει (x2). Απέναντι….
12.
I mastered the art, I'm faster with darts, last to leave, first to start that's the thirst a duh god, that's the hunger of a man roaming the land, finding the edge of the world so i can know the ledge and maybe one day overstand, I'm afraid of heights so I always walk near the edge, train as much as I can for the inevitable, mad push ups, fish and vegetables, meditations on duh reg, you leave frustrations in a rag, I got two girls in my bed, kicking back while she licking my sack, all a man wants to be is a king and a ruler of things, some want jewlery like rings, others want toolies that sing, phat wips, the hottest chick, dick in da booty, ka-ching, others want a strong family life, not down to live trife, quiet types who wanna earn and raise kids wit duh wife, love all my wolves, lions, dogs with pride in they stride, keep stepping, endurance and perseverance as our unique weapons Πλανήτης Γη, η μπάλα που γυρνάει χαμένη μες το γαλαξία, είναι μικρή, κοντά στη μουσική συναντήσαμε ηρεμία, γυρνάμε όλοι, γυρνάμε όλοι γύρω απο την τροχιά και σπάμε το ρολόι που μας κρατά δέσμιους με μανία, δέσμιους με μαγεία... Ο ήλιος έδυσε το δρόμο δείχνοντας με, μούλιασε και αγγάλιασε τα σύννεφα, στάθηκα να κοιτάξω δυο λεπτά, στοχάστηκα, οι ευκαιρίες διαρκούν όσο οι ανάσες και ανάσανα σαν κακοτρεγμένο ελάφι στα άγρια δάση, χιτώνας μοιάζει το χαμηλό φώς, ρυθμός είμαι και πως να σταματήσω, πως να κρύψω κάτι μέσα μου και να στο κρύψω με σκοπό καλός να φανώ στα μάτια σου μονάχα, με τη φάτσα του πρίγκιπας του σκοταδιού και την καρδιά μου σα χρυσός να λάμπει στη στράτα περπατώ και μάγκα όρθιος θα 'μαι, αν θα το ξενυχτήσω για την πάρτι σου θα ναι μονάχα φίλε μου ειδάλλως κοιμάμαι, θυμάμαι ακόμα άνθρωπος να 'μαι, στην γκρίζα πολιτεία που γυρνάμε, παιδιά που τονίζουν τις συλλαβές και ζωγραφίζουν πάνελ και τοίχους με γρίφους απαντάνε.
13.
Έλα κοντά μου, το λέει κι η γειτονιά μου κράτησε με απ’ τα κρασιά μου μακριά για την υγειά μου, μια γουλιά κονιάκ ακόμα στα παιδιά που μεγαλώσανε εν αγώνα και φύτεψαν το σπόρο τους στο χώμα, για την πάρτι τους και μόνο δίνω φώτα και φέγγω σαν το φεγγάρι σε κάθε στενό του δρόμου όπως πρώτα, τραγουδώντας πορείας χάραγμα, η αγάπη πάντα σώπαινε στο στράβωμα, πάντα θυμάμαι πως για τα κολλητάρια μάλωνα, το μπάλωμα στο παντελόνι μας ήταν σημάδι φτώχειας όχι μόδας, το ‘χω μέσα μου να δίνω βρυχηθμό στης αυγής το μινόρε βροντώ, πλημμυρίζω το κενό στων σκέψεων το σκοτεινό βυθό και σαν παγόβουνο βυθίζω κάθε ραπ τιτανικό το κάστρο χτίζω, να πρωταγωνιστήσω man στο σινεμά δεν το ‘χα ποτέ βλέψη, να κάνει rap ο πόντιος δεν το ‘χατε προβλέψει, κανείς πια τη σκέψη μου να ληστέψει, το κάναμε οπλοστάσιο κατοχυρώνουμε την κάθε λέξη και τ’ ακόρντα, θα ήθελες την έμπνευση μα έμεινες στα χνώτα, Μ.Ι. αναζωπύρωμα Μ.Ι., εδώ για τη φανέλα με το πλήρωμα, δε φάγαμε τη φόλα, χαμός στο ίσιωμα, κώνωψ αυτοκτόνα κι αφού γυρνά η ρόδα είναι ώρα να τα δεις φίλε μου όλα, το ήξερες απ’ την αρχή ξεκόλλα. Κι όλα αυτά, ποιος σου είπε στη ζωή πως τα ‘χω έτοιμα, απλά μαγειρεύω λογική μες την παράνοια, είναι μινόρε για να βγεις απ’ την αδράνεια, είναι hooligan rap, δάφνης στεφάνια να καταθέσεις στο αληθινό hip hop, λάβετε θέσεις. Καθρέφτη καθρεφτάκι μου κομμάτια γίνε, ο πιο άσχημος κλόουν επιστρέφει ξανά σ’ εκείνες τις πολιτείες και τις μέρες που ‘ταν πάντα γκρίζες, ρίζες δεν έβγαλα στις χαμογελαστές κορνίζες, μικρές οι ελπίδες και οι ρίμες σου λίγες την είδες κάπως μες τη στράτα με τις τζίβες και με την καράφλα, πήρες απόφαση να κάνεις τα λάθη στη μπάντα, πήρες τελικά μια γεμάτη με αλκοόλ κανάτα, ήρθες να πεις πως είσαι κάποιος στο studio μα κράτα λίγο αβάντα, δεν είσαι ο Ταράς Μπούλμπα μα άλλος ένας απλός μάγκας που ‘ναι αδιάβαστος, τυχάρπαστος και στόκος, δε γνωρίζεις ούτε Γκαίτε ούτε Κάφκα, κι ανάθεμα αν κυρίλα το ‘χεις να εκπαιδεύεις το πνεύμα σου στ’ άκρα να φτάσουμε δε γίνετε γιατί τα ‘χω από σένα πιο μεγάλα, τα τσάκρα, μεγαλώσαμε κάτω από τα’ άστρα στο πάρκο και στη ταράτσα, αλητεία, κατάχρηση, ξενύχτι, κόλπα για δυο φράγκα, λάθη που κάνεις από μικρός το νου στη φάκα, βρες το φως, τα κορίτσια στην τραμπάλα και τα’ αγόρια στην κερκίδα, στάλα- στάλα ρίχνουν κλάμα, στάλα-στάλα απ’ τα ποτήρια κοπανάμε ΑΑ ποιότητας άλφα το υλικό μας πάντα, αν δεν το <<φτάνεις>> δε σημαίνει πως είναι και μάπα, είναι πυξίδα για εσένα και το στόλο των Μ.Ι. στα πελάγη καπετάνιοι όπως πρώτα. Κι όλα αυτά, ποιος σου είπε στη ζωή πως τα ‘χω έτοιμα, απλά μαγειρεύω λογική μες την παράνοια, είναι μινόρε για να βγεις απ’ την αδράνεια, είναι hooligan rap, δάφνης στεφάνια να καταθέσεις στο αληθινό hip hop, λάβετε θέσεις.
14.
Ζωή μυστήρια, τα θέλω και τα πρέπει σου μας βάζουν σε διλήμματα κανείς δε σε αποφεύγει όμως, κανείς εδώ μου να φοβάται τη στιγμή να αγαπήσει τη ζωή μέσα και έξω απ’ το κελί, κανείς εδώ που να τρέμει να αναπνέει και να ψάχνει το ποιος φταίει όταν κάτι καταρρέει, το αποτέλεσμα είναι σημαντικό, γι’ αυτό κανείς εδώ που να μην ξέρει πόστο και σκοπό, κανείς εδώ κρίκος αδύναμος, κανείς εχθρός, ούτε φίλος, ούτε αδελφός, είναι ο δρόμος μου γυμνός ε; Κριτή δωσ’ μου ξανά το θέμα, κανείς εδώ να θέλει να σε φλομώσει στο ψέμα, κανείς που θα το κάνει, κανείς εδώ που να ‘χει λάθος κι έχει ελαφρύ το μαξιλάρι. Κι ας μεγαλώσανε κάποιοι είναι ακόμα στο κοπάδι, κανείς εδώ να λέει πως είναι αλάνι, κανείς να προσπαθεί να κάνει ότι κάνουν άλλοι, κανείς εδώ δειλός και απερίσκεπτος, εμπρός στο φως κανείς που θα κωλώσει το χέρι του να απλώσει, κανείς εδώ που δε θα ορθώσει ανάστημα στα λόγια τ’ άσχημα, τα μακάβρια αν σε εκφράζουν κανείς εδώ που να τα συγχωρεί, που δεν τηρεί τα όσα υπόσχεται, που πονηρεύεται και ζει εις βάρος άλλων, έμπορας ναρκωτικών και όπλων, έμπορας ιδεών και μικροφώνων, κανείς εδώ που δεν ξέρει την πώρωση, κανείς που θα διστάσει να τραβήξει από πρόθεση, κανείς εδώ που να καταπιέζει, όμως κι αν καταπιέζεται ξέρει πως πάντα υπάρχει κι άλλος δρόμος, ο άλλος δρόμος σημαίνει επίσης άλλος τρόπος και άλλος κόσμος, η ομίχλη δε διαλύεται όσο και να φυσάμε, κανείς εδώ λοιπόν που δεν μπορεί να υποστηρίξει όσα με πείσμα και με πάθος σε τούτον τον νεκρού παλμού καιρό σου τραγουδάμε, στο χορό της παράνοιας χορέψαμε κι ακόμα ευκαιρίες βρίσκουμε για να τα σπάμε, κανείς εδώ που να κοιτά στραβά όταν στο μάγουλο φίλοι σου σε φιλάνε, τον κώλο της δικιάς σου δεν κοιτάμε, αυτά τα κάνουνε οι άλλοι, όμως κανείς εδώ δεν τους γουστάρει μάθε, κανείς δεν ντρέπεται γι’ αυτό που είναι, κανείς δεν κάνει ντίλες, κανείς εδώ δεν το βλέπει για business, κανείς που να χώνει τα δάχτυλα του μες τις πρίζες, κανείς να θέλει να σ’ το παίξει Δον Κιχώτης, υπόγειος, παθιάρης και στρατιώτης, είναι κανείς εδώ; είμαι στη γειτονιά, στο χώρο σου, στο σπίτι σου και σιγοτραγουδώ κι είναι αρκετό για να μ’ ακούσεις αν είσαι εδώ, προχωρώ και μιλώ, είναι κανείς εδώ; Το βουητό της ηχορύπανσης δεν κρύβει την αλήθεια, δεν κρύβεται ποιος είσαι μες τον πιο πυκνό καπνό, τα μάτια σου δε λένε παραμύθια, είσαι αυτό που φαίνεσαι γίνετε ασυναίσθητα ορατό, γι’ αυτό να είσαι εδώ το σκέφτεσαι, στην καλοσύνη σου αν πάψεις να αντιστέκεσαι, θα είσαι χρήσιμος εδώ, στον πλανήτη αυτό, φωτιά, αέρας, γη, νερό, συμμετοχή Detro..

credits

released June 8, 2015

Mix 1-10, 12-14: Eversor
Mix 11: Yegor Cergei
Master: Eversor

license

all rights reserved

tags

If you like Detro, you may also like: